Το φαινόμενο, που παρακολουθείται στενά εδώ και δύο μήνες από ντόπιους ψαράδες και φορείς, προκαλεί εύλογη ανησυχία λόγω των σοβαρών κινδύνων που εγκυμονεί για τη δημόσια υγεία, το θαλάσσιο περιβάλλον και την τοπική αλιευτική δραστηριότητα.
Στο μικροσκόπιο των επιστημονικών και αλιευτικών κοινοτήτων βρίσκεται το Λευκαντί, καθώς τις τελευταίες εβδομάδες αυξάνονται οι καταγραφές και οι αλιεύσεις λαγοκέφαλων στην παράκτια ζώνη της περιοχής.
Ο λαγοκέφαλος (Lagocephalus spp.), ένα είδος που εισέβαλε στη Μεσόγειο μέσω της Διώρυγας του Σουέζ — φαινόμενο γνωστό ως “Λεσεψιανή μετανάστευση” — έχει βρει πλέον ευνοϊκό περιβάλλον στα ελληνικά νερά, λόγω της ανόδου της θερμοκρασίας και της κλιματικής αλλαγής. Ο ψαράς που θα τον συναντήσει στα δίχτυα του, δεν αντικρίζει απλώς έναν “εξωτικό επισκέπτη”, αλλά έναν οργανισμό με νευροτοξική ουσία (τετροδοτοξίνη), ικανή να προκαλέσει ακόμα και θάνατο αν καταναλωθεί.
Ο Δημήτρης Πάφρας, υποψήφιος διδάκτορας Θαλάσσιας Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τονίζει ότι ο λαγοκέφαλος αποτελεί έναν από τους πιο επιθετικούς θαλάσσιους εισβολείς. «Δεν έχει φυσικούς θηρευτές, αναπαράγεται ταχύτατα και προκαλεί τεράστια ζημιά τόσο στην αλιεία όσο και στη θαλάσσια βιοποικιλότητα», σημειώνει.
Εκτός από την τοξικότητα, το είδος διαθέτει ισχυρά δόντια με τα οποία έχει τραυματίσει ψαράδες και λουόμενους. Σύμφωνα με στοιχεία από τη Μεσόγειο, έχουν καταγραφεί δεκάδες περιπτώσεις δηλητηρίασης, επιθέσεων και θανάτων.
Οι οικονομικές απώλειες για τους ψαράδες της περιοχής είναι σημαντικές. Ο λαγοκέφαλος προκαλεί φθορές σε δίχτυα και παραγάδια, ενώ επιτίθεται σε εμπορικά είδη όπως το χταπόδι και το μπαρμπούνι. Όπως αναφέρει ο κ. Πάφρας, η εξάπλωση προς τον κεντρικό και βόρειο άξονα του Αιγαίου είναι πλέον ζήτημα χρόνου.
Οι πολίτες καλούνται να μην καταναλώνουν λαγοκέφαλους, να μην τους αγγίζουν με γυμνά χέρια και να ενημερώνουν άμεσα τις αρμόδιες αρχές (Λιμεναρχεία, Διευθύνσεις Αλιείας) σε περίπτωση εντοπισμού.
Η παρουσία του είδους στον Νότιο Ευβοϊκό — και ειδικότερα στο Λευκαντί — αποτυπώνει με σαφήνεια τη μεταβολή των ισορροπιών στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Χρειάζεται επαγρύπνηση, θεσμική παρέμβαση και ενίσχυση της ενημέρωσης προς το κοινό, ώστε να περιοριστεί η περαιτέρω εξάπλωση και να προστατευθεί η υγεία των πολιτών και η αλιευτική οικονομία των τοπικών κοινοτήτων.