Δεν είναι σίγουρα καθημερινό φαινόμενο η συνάντηση με μια πολύχρωμη σαλαμάνδρα. ¨Ομως όπως αποτυπώνεται και σε σχετικό βίντεο πραγματοποιήθηκε και ήταν φιλική και παιχνιδιάρα σε σπίτι στην Βλαχιά στην Β. Εύβοια.
Η κοινή σαλαμάνδρα (Salamandra salamandra) ή σαλαμάνδρα της φωτιάς, είναι ένα είδος σαλαμάνδρας στην οικογένεια Salamandridae. Πρόκειται για το πιο γνωστό ίσως είδος σαλαμάνδρας στην Ευρώπη και αποτελεί ένα από τα τρία είδη σαλαμάνδρας στην Ελλάδα.
Πρόκειται για μια μεγάλου μεγέθους σαλαμάνδρα, η οποία μπορεί φτάνει συνήθως τα 25 εκ. σε τελικό μήκος, σπανίως περισσότερο. Είναι μαύρη με κίτρινες κηλίδες ή ρίγες, ενώ η αναλογία των χρωμάτων μπορεί να διαφέρει σε μεγάλο βαθμό στα διάφορα υποείδη. Τα θηλυκά είναι μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Τα αρσενικά έχουν αναλογικά μεγαλύτερα άκρα και ουρά.
Είναι κυρίως νυκτόβιο αμφίβιο, αν και μπορεί να παρατηρηθεί εύκολα μετά από βροχή.
Η σαλαμάνδρα ζει στην ξηρά κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της και γίνεται υδρόβια την εποχή του πολλαπλασιασμού. Το σπέρμα του αρσενικού αποτίθεται στο νερό μέσα σε μια κύστη που λέγεται σπερματοφόρος και την οποία μαζεύει το θηλυκό για να γονιμοποιήσει τα 200-400 αυγά που έχει μέσα στο σώμα του. Μετά, το θηλυκό αφήνει τα αυγά σε δέσμες πάνω σε κάποιο βράχο ή υδρόβιο φυτό. Στο τέλος του καλοκαιριού ολοκληρώνεται η μεταφόρτωση και τα μικρά αφήνουν το νερό. Επιστρέφουν στο νερό όταν ενηλικιωθούν, για να πάρουν μέρος και αυτά στον πολλαπλασιασμό.
Το δέρμα της σαλαμάνδρας διατηρείται υγρό με εκκρίσεις από δερματικούς αδένες. Αν απειληθεί εκκρίνει τοξικό υγρό κι έτσι αποτρέπει τους θηρευτές. Μπορεί να χρησιμοποιήσει την άμυνά του αυτή και στην περίπτωση που χειριστεί βίαια από τον άνθρωπο.Οι ουσίες αυτές είναι ακίνδυνες για τον άνθρωπο όταν έρθουν σε επαφή με το δέρμα, αλλά μπορεί να προκαλέσουν κάποια συμπτώματα, όπως ερεθισμός, αν έρθουν σε επαφή με τα μάτια, με κάποια πληγή ή στην ακραία περίπτωση της κατάποσης. Ζουν περίπου δώδεκα χρόνια. Τόποι που φιλοξενούν σαλαμάνδρες είναι η Ισπανία, η Πορτογαλία, οι Άλπεις, η Βόρεια Αφρική και η Ελλάδα.