Ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ο οποίος είχε γεννηθεί στις 5 Σεπτεμβρίου 1905 και είχε αφήσει την τελευταία του πνοή στις 7 Δεκεμβρίου 1991, ήταν υμνογράφος που έζησε στο Άγιον Όρος.
Ο νέος Άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας γεννήθηκε στην Δρόβιανη της επαρχίας Δέλβινου Βορείου Ηπείρου. Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του. Με το τέλος του δημοτικού σχολείου, εγκατέλειψε το χωριό του, όπου ζούσε η μητέρα του και ο μικρότερος αδελφός του. Ήδη ο πατέρας του είχε εγκατασταθεί στον Πειραιά, όπου εργαζόταν.
Αρχικά εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, κοντά στον πατέρα και την θεία του. Στην συνέχεια μετακόμισαν στην Αθήνα, όπου και φοίτησε στο γυμνάσιο. Μετά το γυμνάσιο συνέχισε τις σπουδές του σε ανώτερη σχολή εκκλησιαζόταν τακτικά. Ο ίδιος ανέφερε αργότερα ότι η ενορία του ήταν ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ενώ συνήθως πήγαιναν στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου, στη Βασιλίσσης Σοφίας. «Εκεί κατ’ επανάληψη λειτούργησε και ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, τον οποίο είδα», πρόσθετε.
Στο Αγιολόγο της Όρθοδοξης Εκκλησίας αποφάσισε να εγγράψει η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη ορίζοντας να εορτάζεται στις 7 Δεκεμβρίου.
Στην Αθήνα καλλιέργησε την σκέψη να γίνει μοναχός. Στο Άγιο Όρος έφτασε στις 15 Αυγούστου 1923.
Στο Άγιο Όρος εγκαταβίωνε ως δόκιμος στη Μικρά Αγία Άννα, στο κελλί του Τιμίου Προδρόμου, έχοντας ως γέροντα τον Mικρασιάτη ιερομόναχο Μελέτιο Ιωαννίδη. Στις 20 Οκτωβρίου του 1924 κατά την διάρκεια της αγρυπνίας στη μνήμη του αγίου Γερασίμου Κεφαλληνίας έγινε η μοναχική κουρά του παίρνοντας το όνομα του αγίου. Μετά την παρέλευση λίγων ετών ο γέροντας Μελέτιος έφυγε οριστικά για την Αθήνα, αφήνοντας μόνο του τον Γεράσιμο.
Κάτω από την καλύβη του Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται η καλύβη Κοιμήσεως της Θεοτόκου όπου εγκαταβιούσε ο ασκητής Γέροντας Αβιμέλεχ (1965). Το 1946 υποτάχθηκε σ’ αυτόν ο μετέπειτα ιερομόναχος Διονύσιος. Με τον Διονύσιο συνδέθηκε ο Γεράσιμος και αργότερα, το 1966, ενώθηκαν σε μία συνοδεία. Ο μοναχός Γεράσιμος έγινε κτήτορας του ναού των αγίων Πατέρων Διονυσίου του ρήτορος και Μητροφάνους. Το 1956 στο σπήλαιο όπου ασκήτευσαν οι δύο όσιοι έκτισε μικρό ναΐδριο και το 1960 το συμπλήρωσε με την λιτή.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, διετέλεσε βιβλιοθηκάριος και τυπικάρης του Κυριακού της σκήτης Αγίας Άννης. Ως βιβλιοθηκάριος ασχολήθηκε με τη σύνταξη και δημοσίευση καταλόγου των χειρογράφων κωδίκων της βιβλιοθήκης του Κυριακού της σκήτης. Το πλούσιο υμνογραφικό του έργο υπολογίζεται σε περισσότερες από 2000 ιερές ακολουθίες ενώ τον είχε τιμήσει με αργυρό μετάλλιο η Ακαδημία Αθηνών στις 28 Δεκεμβρίου 1968.