Στις 6 Φεβρουαρίου του 1982 ο υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, Λευτέρης Βερυβάκης αποφάσισε την κατάργηση της υποχρεωτικής χρήσης της σχολικής ποδιάς
Ήταν 6 Φεβρουαρίου 1982, όταν ανακοινώθηκε η κατάργηση της σχολικής ποδιάς.
Μαθήτρια της Β’ Γυμνασίου τότε, Αρσακειάδα. Ο ενθουσιασμός μας δεν περιγράφεται!
Η επανάσταση ενάντια στα «μπλε δεσμά», που περιόριζαν την ελευθερία των επιλογών μας στα πρώτα χρόνια της εφηβείας, ήταν γεγονός.
Όσοι γεννηθήκαμε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ή αρχές του 1970 θυμόμαστε την είδηση του τότε υπουργού Παιδείας, Λευτέρη Βερυβάκη να προχωρήσει στην κατάργηση της σχολικής ποδιάς.
Μάλιστα, παλαιότερα και μέχρι το 1965, οι ποδιές ήταν μαύρες με το Γεώργιο Παπανδρέου, από τη θέση του υπουργού Παιδείας να τις ‘ξανοίγει’, σε μπλε ορίζοντας παράλληλα όλα τα χαρακτηριστικά που έπρεπε να συγκεντρώνουν: κονκάρδα στο στήθος με το όνομα του σχολείου, μήκος απαραιτήτως κάτω από το γόνατο. Το ΠΑΣΟΚ, μεταξύ άλλων, έφερε τον αέρα της ‘αλλαγής’ και στα σχολεία καταργώντας τις σχολικές ποδιές, απόφαση που – ομολογουμένως – έτυχε ευρείας αποδοχής. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε παρά να συμβολίζει την ελευθερία, την πρόοδο, τον εκσυγχρονισμό.
Ως παιδί θυμάμαι τις επισκέψεις με τη μητέρα μου στη Cinderella, στη Φωκίωνος Νέγρη, για να αγοράσουμε την ποδιά – σύμφωνα πάντα με τις ‘σωστές’ προδιαγραφές. Αλλά και στα άλλα μεγάλα καταστήματα, όπως το ιστορικό Μινιόν, τους Αδελφούς Λαμπρόπουλου ή το Δραγώνα, τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, η κίνηση ήταν ιδιαίτερα αυξημένη για τον ίδιο λόγο. «Το καλοκαίρι τα παιδιά ψηλώνουν απότομα», ακούω ακόμη τη φωνή της πωλήτριας να δηλώνει με τόνο που δε σήκωνε αντιρρήσεις, προσπαθώντας να αποτρέψει τη μητέρα μου – αλλά και τους υπόλοιπους γονείς – να αγοράσουν την ποδιά «πιο μακριά με μεγάλο στρίφωμα για να την έχουμε και του χρόνου», επειδή θα άφηνε λευκό σημάδι του χρόνου, όταν θα διώχναμε το τρύπωμα και θα αφήναμε την ποδιά να μακρύνει.
Η μέση τιμή για μία σχολική ποδιά ήταν περίπου 400 δραχμές αν και οι ‘επώνυμες’, όπως εκείνες του Γιάννη Τσεκλένη κόστιζαν περισσότερο, σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής. Αν δηλαδή, η τιμή για τις ποδιές του νηπιαγωγείου ξεκινούσε από τις 395 δραχμές κι έφτανε τις 495, του Τσεκλένη άγγιζαν τις 550 δραχμές. Όσο ανέβαιναν οι τάξεις, τόσο ανέβαιναν και οι τιμές: για το Δημοτικό, η γκάμα τιμών ήταν μεταξύ 485 και 970 δραχμών (οι επώνυμες) ενώ για το Γυμνάσιο οι τιμές κυμαίνονταν μεταξύ 695 και 735 δραχμές. Του Τσεκλένη, ξεπερνούσαν το χιλιάρικο…
Η «επανάσταση» από την κατάργηση της σχολικής ποδιάς έφερε κι άλλες μικρο-επαναστάσεις στο σπίτι. Οι διαπραγματεύσεις με τη μαμά κυρίως, συχνά οδηγούσαν και σε συγκρούσεις αχάραγα ακόμη, γύρω από το περίφημο ‘τί να βάλω;’. ‘Ντύσου καλύτερα θα κρυώσεις’, ‘Πολύ κοντό δεν είναι αυτό;’, ‘Έτσι θα πας σχολείο;’, ‘Μήπως και την ποδιά δεν μπορούσες να την ‘κάνεις μπουφανάκι’ σφίγγοντας τη ζώνη για να κοντύνει;’ και χίλια δυο άλλα παρόμοια. Σε γενικές γραμμές, το dress code έπρεπε να κινείται στα όρια της ‘ευπρέπειας’ και σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να σε επιπλήξουν οι καθηγητές γιατί δεν ήσουν ντυμένη ‘όπως πρέπει’. Η ντροπή, μεγάλη.
Φυσικά, ο αρχικός ενθουσιασμός και οι στυλιστικοί «πειραματισμοί» στο σχολείο, σταδιακά ξεφούσκωσαν με την προσαρμογή στις ανάγκες της καθημερινότητας και την άνεση, που θέλουν να αισθάνονται τα παιδιά να κυριαρχούν. Ευτυχώς – θα πω σήμερα – δεν είχαμε ούτε TikTok, ούτε influencers που να καθορίζουν τη ζωή μας.
Η μοναδική επαφή με το πρόσφατο παρελθόν της σχολικής ποδιάς, που είχαμε αποτινάξει ως αβάσταχτο ζυγό καθώς προχωρούσαμε προς την ελευθερία της εφηβείας, ήταν οι εικόνες της Αλίκης Βουγιουκλάκη στο «Χτυποκάρδια στο θρανίο» και το «Ξύλο βγήκε απ’τον Παράδεισο» στις ταινίες του Σαββατόβραδου.
Πρώτο Θέμα