Ευδοκία Τσαγκλή: Σώθηκα στα Τέμπη γιατί πιστεύω στον Θεό – 1η Μαρτίου ήταν της Αγ. Ευδοκίας- Ευδοκία και η νοσηλεύτρια που με παρέλαβε…

«Αν υπάρχει κάτι σε κόλαση ήταν ό,τι πιο κοντά έχω φτάσει» περιέγραψε για όσα έζησε κατά τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη.

Τις συγκλονιστικές στιγμές που έζησε κατά τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη περιέγραψε στον Σταύρο Θεοδωράκη η πρώην παίκτρια του Big Brother 3, Ευδοκία Τσαγκλή, η οποία είναι μια από τις επιβάτες που επέζησαν του σιδηροδρομικού δυστυχήματος με τους 57 νεκρούς.

Η ίδια απέδωσε το γεγονός ότι είναι ζωντανή στην πίστη που έχει στον Θεό. «1η Μαρτίου της Αγίας Ευδοκίας και με παραλαμβάνει νοσηλεύτρια που την έλεγαν Ευδοκία.

Πες μου για τύχη. Κι αυτός είναι ο λόγος που είμαι εδώ, γιατί πιστεύω. Εγώ πιστεύω, για μένα η ουσία είναι η πίστη. Από τη μια λες “Θεέ μου γιατί έγινε αυτό;” και από την άλλη “Θεέ μου είμαι ζωντανός”. Πιστεύω και στη συλλογική πίστη, έχει άλλη βαρύτητα. Εδώ που φτάσαμε ας πιστέψουμε όλοι μαζί ότι αυτό δεν θα ξαναγίνει»

Όπως είπε «τα σοβαρά τραύματα δεν τα βλέπεις. Το τραύμα είναι αυτό που πάθαμε όλοι μαζί. Από τη μια σώθηκα και από την άλλη πέθαναν. Το κατάγμα δεν είναι στα κόκκαλά αλλά στην ψυχή που πάθαμε όλοι. Μου είναι πολύ λίγος ο πόνος και έχω σπάσει πράγματα, είμαι σκύλος» Περιέγραψε πώς έζησε τα τραγικά γεγονότα το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου η Ευδοκία Τσαγκλή ξεκίνησε λέγοντας πως «όταν συνέβη προφανώς ο κόσμος ούρλιαζε πολύ, δεν θα το ξεχάσω αυτό ποτέ . Εγώ φώναζα “όλα καλά θα πάνε, ηρεμία όλα θα πάνε καλά”. Δεν πίστεψα ούτε στιγμή ότι θα πεθάνω» συμπλήρωσε. Εγώ το ένιωσα ότι σαν να ήμουν κάπου στο σύμπαν και με κοπανούσαν. Μαυρίζουν όλα και αρχίζει ξύλο.

Έφαγα το χτύπημα στο κεφάλι κουλουριάστηκα και μετά ήμουν μια μπάλα. Αν υπάρχει κάτι σε κόλαση ήταν ό,τι πιο κοντά έχω φτάσει» είπε όσον αφορά τη στιγμή της σύγκρουσης. Μιλώντας για όσα ακολούθησαν είπε ότι «δεν ήταν βαγόνι αυτό που έχω σαν εικόνα. Σήκωσα μέταλλα, σίδερα, έβλεπα γιατί είχα φωτιά από κάτω και εκεί ήρθε η φρικαλέα σκέψη “πρέπει να βγεις από εδώ γιατί θα καείς”. Το πρώτο που έκανα ήταν να ελέγξω ότι ήμουν αρτιμελής. Θυμάμαι την αγωνία να μετακινώ σίδερα και μέταλλα, βλέπω επάνω τον ουρανό, βγαίνω και ήμουν εκεί πάνω και κάτω είχε πέτρες. Βλέπω μια κοπέλα που ούρλιαζε και πέφτει κάτω και σπάει. Βλέπω μια άλλη κοπέλα που κρέμεται από το βαγόνι και μου είπε “σώσε με, δεν θέλω να πεθάνω”. Τη σήκωσα σαν να ήταν τρία κιλά, με το ένα χέρι. Δεν έχω ξαναζήσει κάτι τέτοιο. Δεν θα ξεχάσω τα μάτια της».

«Εκείνη την ώρα είχε φωτιές από κάτω, από πίσω και αριστερά και εκείνη την ώρα σκέφτεσαι “θα γίνει κάποια έκρηξη; μήπως έχω δευτερόλεπτα; ποια είναι η πιο σοφή επιλογή;”. Βλέπω μια μάζα με σίδερα στο πλάι και λέω “δεν μπορώ να πηδήξω από εδώ, θα σκοτωθώ” και αρχίζω να κάνω καταρρίχηση για να κόψω ύψος. Αρχίζει τότε ένας αέρας και φέρνει φωτιά, ζέστη και σκόνη, αφήνω τα χέρια μου και πέφτω κάτω. Σκέφτηκα ότι αν σπάσουν τα πόδια μου μπορεί να γίνει έκρηξη και να μην μπορώ να τρέξω. Έπεσα με τα οπίσθι, καταλαβαίνω ότι χτυπάω και αρχίζω να τρέχω. Δεν ξέραμε πού να πάμε, ήμουν ξυπόλυτη από τη σύγκρουση. Μου είπαν να μπω σε ασθενοφόρο γιατί ήμουν μέσα στα αίματα κι εγώ έλεγα θα πάω Θεσσαλονίκη, στη μητέρα μου» κατέληξε η Ευδοκία Τσαγκλή στην περιγραφή της για όσα έζησε από τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη.

Ο βίος της Οσίας Ευδοκίας 

Έπειτα από μία σοβαρή ασθένεια εγκατέλειψε τη γενέτειρά της, αλλά ένα χρόνο αργότερα επέστρεψε και εγκαταστάθηκε στην άκρη της πόλης. Εκεί γνώρισε κάποιον μοναχό, μετανόησε κι έγινε χριστιανή και βαπτίστηκε από τον επίσκοπο Θεόδοτο. Από τότε άλλαξε η ζωή της, χάρισε όλη της την περιουσία στην τοπική εκκλησία και πήγε σε κάποιο μοναστήρι, όπου έζησε βίο ασκητικό ως τη στιγμή που οι πρώην εραστές της τη διέβαλλαν στον τοπικό ηγεμόνα Αυρηλιανό.

Η Ευδοκία δικάστηκε και αθωώθηκε, όταν κατόρθωσε να αναστήσει το νεκρό παιδί του Αυρηλιανού και να προσελκύσει και τον ίδιο στο Χριστιανισμό. Αργότερα, οδηγήθηκε σ’ έναν άλλο ηγεμόνα, τον Διογένη, ο οποίος την άφησε ελεύθερη, αφού η Ευδοκία και πάλι θαυματούργησε. Οι κατήγοροί της επέμειναν και την οδήγησαν ενώπιον του άρχοντα Βικέντιου, ο οποίος διέταξε τον αποκεφαλισμό της.

Υμνολογία- Απολυτίκια


Εν σοι Μήτερ ακριβώς διεσώθη το κατ᾽ εικόνα· λαβούσα γαρ τον σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστω, και πράττουσα εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ· επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτoυ· διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, Οσία Ευδοκία το πνεύμα σου.
Φόβον ένθεον, αναλαβούσα, κόσμου έλιπες, την ευδοξίαν, καὶ τω Λόγω Εὐδοκία προσέδραμες, ου τον ζυγὸν τη σαρκί σου βαστάσασα, υπερφυώς ηγωνίσω δι’ αίματος. Μάρτυς ένδοξε, Χριστὸν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημὶν το μέγα έλεος.

Κοντάκιον


Ο ευδοκήσας εκ βυθού απωλείας, προς ευσεβείας τον ακρότατον όρον, αναγαγείν σε ένδοξε ως λίθον εκλεκτόν, ούτος και τον βίον σου, τη αθλήσει λαμπρύνας, χάριν ιαμάτων σοι, Ευδοκία παρέχει· ον εκδυσώπει σώζεσθαι ημάς, Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων εφάμιλλε.

Κάθισμα


Φωτισθείσα τη αίγλῃ τη θεϊκή, τον της πλάνης κατέλιπες σκοτασμόν, και βίον ανέλαβες, μετὰ σώματος άυλον, χαρισμάτων δε θείων, πλησθείσα του Πνεύματος, εκ ψιλής προσρήσεως, νεκροὺς εξανέστησας· όθεν επί τέλει, μαρτυρίου στεφάνω, ενθέως κεκόσμησαι, και τον δόλιον ήσχυνας, Εὐδοκία Ισάγγελε· Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην σου.

Στείλτε αυτό το άρθρο σε ένα φίλο!