Εορτάστηκε και φέτος η μνήμη του περάσματος της Ι. Εικόνος της Παναγίας της Μηχανιωτίσσης από την Λουτρόπολη της Αιδηψού από τους πρόσφυγες της Κυζίκου. Τη Δευτέρα, 30 Σεπτεμβρίου 2024, τελέσθηκε ο Μέγας Εσπερινός της εορτής, η ακολουθία του Αγιασμού του νέου μηνός και το Τρισάγιο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των ανθρώπων που μετέφεραν την Ιερά Εικόνα αλλά και τους Μηχανιωτες που έζησαν εως την τελευταία τους πνοή στην Λουτρόπολη.
Το πρωί της κυριώνυμης ημέρας τελέσθηκαν ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία. Τη διακονία του λόγου ανέλαβε ο Ιεροκηρυξ της Ι. Μητροπόλεως Χαλκίδος αρχιμ. Νεκτάριος Ευγενικός. Στην χερσόνησο της Κυζίκου υπήρχαν δύο εικόνες με την προσωνυμία «Φανερωμένη», που οι χριστιανοί τις αποκαλούσαν «αδελφές».
Η μία, της Κυζίκου, γνωστή απλώς ως «Φανερωμένη», η άλλη «Παναγία η Μεγάλη» ανήκε στη Μηχανιώνα. Λίγο πριν τη μεγάλη Καταστροφή του Μικρασιατικού, του Ποντιακού και του Θρακικού Ελληνισμού, η μικρότερη εικόνα της Φανερωμένης Κυζίκου μεταφέρθηκε στην Πόλη, παραδόθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και σήμερα βρίσκεται στο ναό του Αγίου Γεωργίου.
Η Μηχανιώνα αποτελούνταν από τρεις συνοικίες, που αντιστοιχούσαν στην ενοριακή διαίρεση του οικισμού. Τα ονόματα των συνοικιών ήταν: α) Μεσοχώρι, β) Άγιος Γεώργιος (το Χωριουδάκι) και γ) Μώλος. Στην πρώτη και στην τρίτη υπήρχαν εκκλησίες αφιερωμένες στον Άγιο Νικόλαο, ενώ ο Άγιος Γεώργιος ήταν η σημαντικότερη εκκλησία της κωμόπολης και βρισκόταν στο νοτιοανατολικό τμήμα της.
Ήταν μεγάλη εκκλησία με πέτρινο καμπαναριό και πλούσια διακοσμημένη, κυρίως λόγω της προσωπικής φροντίδας του πατριάρχη Ιεροσολύμων Νικοδήμου Τσιντσώνη (+18/2/1910), ο οποίος καταγόταν από τη Μηχανιώνα. Εκτός από τις τρεις εκκλησίες υπήρχαν ένα μικρό μοναστήρι, η Παναγιά της Κάναλης που γιόρταζε της Ζωοδόχου Πηγής (στην παραλία του Μακρύαλου), ένα ακόμα μοναστήρι λίγο έξω από το χωριό, αυτό του Αγίου Γεωργίου της Δάφνης, δύο αγιάσματα, εικοσιτέσσερα εξωκκλήσια και τρία νεκροταφεία, ένα για κάθε ενορία.
Η «Μεγάλη Παναγία» μεταφέρθηκε από τους ευσεβείς Μηχανιώτες. Οι αμιγώς ελληνορθόδοξοι κάτοικοι της Μηχανιώνας (σημερινό Çakılköy) ασχολούνταν με τη γεωργία και την αλιεία. Ο πρώτος διωγμός τους έγινε τον Ιούλιο του 1915 με αφορμή την εμπλοκή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κάποιοι από αυτούς επέστρεψαν προοδευτικά μετά το 1918, αλλά τελικά την εγκατέλειψαν όλοι οριστικά μέχρι το 1922. Το καράβι τούς αποβίβασε στους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης και έναν μήνα μετά όταν εκκενώθηκε και αυτή η περιοχή επιβιβάστηκαν σε ένα ατμόπλοιο της εταιρείας Καρβουνίδου με προορισμό τα Λουτρά Αιδηψού στην Εύβοια.
Την 1 Οκτωβρίου του 1922 φθάνουν εκεί και η εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης ήταν πάντα καλά κρυμμένη στο ντέγκι (δέμα) της κυρά Κατίγκως Μαούτσα ή Λαζαράκαινας. Στις 20 Νοεμβρίου του 1922 η «Επιτροπή Εγκατάστασης», με επικεφαλής τον Μηχανιώτη καθηγητή της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μαργαρίτη Ευαγγελίδη, αποφασίζει τη μετεγκατάσταση των προσφύγων στον φιλόξενο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου, στο Μεγάλο Καραμπουρνού.
Στις 30 Απριλίου 1923 το ατμόπλοιο «Θέτις», φέρνει στη Θεσσαλονίκη τους Μηχανιώτες. Στις 2 Ιουλίου 2013 εγκαινιάζεται το κοιμητηριακό παρεκκλήσιο των Λουτρών Αιδηψού, αφιερωμένο στην Φανερωμένη της Μηχανιώνας και κάθε 1η Οκτωβρίου με πανηγυρική θεία λειτουργία τιμάται το αθόρυβο πέρασμα της Μεγάλης Παναγίας της Μηχανιώτισσας από την Λουτρόπολη της Αιδηψού.
Πριν το «Δι’ ευχών…» ο πρωτοπρεσβ. π. Νικολαος Αργυρίου-προϊστάμενος της ενορίας Αγ. Παντελεημονος Λ. Αιδηψού ευχαρίστησε τον π. Νεκτάριο για την συλλειτουργία και για τον συγκινητικό λόγο προς τους πιστούς.
Μετά την διανομή του αντίδωρου οι κυρίες της ενορίας, παρέθεσαν διάφορα εδέσματα που είχαν ετοιμάσει προς ευλογία των πιστών, που τίμησαν την μνήμη της Παναγίας μας, ενώ κατόπιν τελέσθηκε και το Τρισάγιο του π. Σπυρίδωνος Μπουροδήμου (3/8/1877 – 11/5/1952) εφημερίου Ενοριών Γιάλτρων & Λουτρών Αιδηψου επί των ημερών του οποίου έφθασαν στα Λουτρά Αιδηψού ο Μηχανιώτες πρόσφυγες με την θαυματουργό εικόνα της Παναγίας στις αποσκευές τους.